цокольный - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

цокольный - translation to πορτογαλικά


цокольный      
de soco
andar térreo, rés-do-chão      
цокольный этаж
andar térreo      
(Браз.) нижний этаж, первый этаж, цокольный этаж

Ορισμός

цокольный
1. прил.
1) Соотносящийся по знач. с сущ.: цоколь (1*), связанный с ним.
2) Свойственный цоколю (1*), характерный для него.
3) Расположенный в цоколе (1*1).
2. прил.
1) Соотносящийся по знач. с сущ.: цоколь (2*), связанный с ним.
2) Свойственный цоколю (2*), характерный для него.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για цокольный
1. Так называемый хладоцентр занимает цокольный этаж.
2. Самый нижний цокольный этаж - т.н. техническое подполье.
3. Первый цокольный ряд образуется из подрезанной плитки.
4. Весь цокольный этаж здесь занимают скульптурные мастерские.
5. Проектная этажность - два этажа + цокольный этаж.